- οπτιμισμός
- ο1. (φιλοσ.) α) θεωρία κατά την οποία ο υπάρχων κόσμος, ως έκφραση τής σοφίας και τής καλοσύνης τού θεού, είναι ο καλύτερος δυνατός κόσμοςβ) θεωρία κατά την οποία στον κόσμο τα πάντα κατ' ουσίαν είναι καλά και το κακό υπάρχει μόνον στο πεπερασμένο τών πραγμάτων2. (ψυχολ.) στάση που εκφράζεται με την πίστη στην καλή έκβαση τών πραγμάτων ή χαρακτηρίζεται από την προδιάθεση να βλέπει κανείς πάντοτε την καλή πλευρά τών πραγμάτων.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. optimisme < λατ. optimum, ουδ. τού optimus «άριστος» + -isme (βλ. λ. -ισμός)].
Dictionary of Greek. 2013.